Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον

Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2019

ΤΟ ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ...(αποσπάσματα)

ΤΟ ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ...(αποσπάσματα)

Διάφορες διηγήσεις ποὺ μᾶς ἐνθαρρύνουν γιὰ ὑπομονὴ καὶ ἀνδρεία


Εἶπε ἡ ἀμμᾶς Θεοδώρα ὅτι κάποτε ἕνας εὐλαβὴς δεχόταν βρισιὲς ἀπὸ κάποιον καὶ τοῦ λέει:
«Μποροῦσα κι ἐγὼ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο νὰ σοῦ μιλήσω, ἀλλὰ ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ μοῦ κλείνει τὸ στόμα».

***

 Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἰσίδωρος:
«Ἡ σοφία τῶν ἁγίων αὐτὴ εἶναι, νὰ ἔχουν ἐπίγνωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ ὅλα τὰ νικᾷ ὁ ἄνθρωπος ὑπακούοντας στὴν ἀλήθεια, καθὼς εἶναι πλασμένος κατ᾿ εἰκόνα καὶ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀπ᾿ ὅλα τὰ πνεύματα τὸ φοβερότερο εἶναι τὸ νὰ ἀκολουθεῖ κανεὶς τὴ δική του καρδιά, δηλαδὴ τί τοῦ ὑπαγορεύει ὁ λογισμός του καὶ ὄχι ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Καὶ αὐτὸ ὕστερα τοῦ προκαλεῖ θλίψη, γιατὶ παραμένει γι᾿ αὐτὸν ἄγνωστο τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν βρίσκει τὴν ὁδὸ τῶν ἁγίων γιὰ νὰ βαδίζει σ᾿ αὐτήν. Τώρα λοιπὸν εἶναι καιρὸς νὰ κάνουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ἡ σωτηρία κερδίζεται σὲ καιρὸ θλίψεως καθὼς λέει ἡ Γραφή:
«Με τὴν ὑπομονή σας, θὰ σώσετε τὴν ψυχή σας».

***
 
Ἔλεγε ὁ ἀββᾶς Ματόης:
«Προτιμώ ἐργασία ἐλαφριὰ καὶ συνεχῆ παρὰ ἐξουθενωτικὴ ἐξαρχῆς ποὺ γρήγορα ὅμως σταματάει».

 ***

Εἶπε ὁ ἀββᾶς Φορτᾶς:
«Ἐὰν ὁ Θεὸς θέλει νὰ ζῶ, γνωρίζει πῶς θὰ μὲ ἐξοικονομήσει. Ἐὰν ὅμως δὲν θέλει, τί σκοπὸ ἔχει γιὰ μένα ἡ ζωή;»
Δὲν δεχόταν τίποτε ἀπὸ κανένα, ἂν καὶ ἦταν κρεβατωμένος. Καὶ ἔλεγε:
«Ἐὰν προσφέρει κανεὶς κάποια φορὰ κάτι σὲ μένα καὶ δὲν τὸ κάνει γιὰ τὸν Θεό, οὔτε ἐγὼ ἔχω κάτι νὰ τοῦ δώσω οὔτε θά ᾿χει μισθὸ ἀπὸ τὸν Θεό, ἐφόσον δὲν τὸ πρόσφερε γιὰ τὸν Θεό, καὶ ἔτσι ἀδικεῖται αὐτὸς ποὺ πρόσφερε.
Ὅσοι ἔχουν ἀφιερωθεῖ στὸν Θεὸ καὶ σ᾿ Αὐτὸν ἀποβλέπουν μόνο, πρέπει νὰ ἔχουν τέτοια εὐλάβεια, ὥστε τίποτε νὰ μὴν ἐκλαμβάνουν ὡς καταφρόνια, ἔστω κι ἂν συμβεῖ ἄπειρες φορὲς νὰ ἀδικοῦνται».


***
 
Ἐπισκέφθηκαν κάποιοι ἀδελφοὶ στὴν ἔρημο ἕνα φημισμένο Γέροντα καὶ τοῦ εἶπαν:
«Πῶς μένεις καρτερικὰ ἐδῶ, ἀββᾶ, σηκώνοντας τὴν κακοπάθεια αὐτή;»
Καὶ ὁ Γέροντας ἀποκρίθηκε:
«Ὅλη ἡ κακοπάθειά μου ὅσον χρόνο βρίσκομαι ἐδῶ, δὲν συγκρίνεται οὔτε μὲ μία μέρα τῆς κόλασης».

 ***

Ἕνας Γέροντας μόναζε στὴν ἔρημο καὶ τὸ διάστημα ποὺ περπατοῦσε γιὰ νὰ προμηθεύεται τὸ νερὸ ἦταν δώδεκα μίλια.
Κάποια φορὰ λοιπὸν ποὺ πῆγε νὰ πάρει νερό, βαρέθηκε καὶ εἶπε:
«Τί χρειάζεται αὐτὸς ὁ κόπος; Θά ᾿ρθω νὰ μείνω κοντὰ στὸ νερό».
Μόλις τό ᾿πε αὐτό, στρέφει τὸ κεφάλι καὶ βλέπει κάποιον νὰ τὸν ἀκολουθεῖ καὶ νὰ μετράει τὰ βήματά του.
Τὸν ρωτάει εὐθύς: «Ποιὸς εἶσαι ἐσύ;»
«Ἄγγελος Κυρίου -τοῦ ἀπαντᾷ- σταλμένος νὰ μετρήσω τὰ βήματά σου γιὰ νὰ σοῦ δώσω τὸν μισθό σου».
Μόλις τ᾿ ἄκουσε αὐτὸ ὁ Γέροντας, ἐνθαρρύνθηκε, ἔγινε προθυμότερος καὶ πῆγε ἄλλα πέντε μίλια πιὸ βαθιὰ στὴν ἔρημο.

 ***

 Ἦταν ἕνας Γέροντας στὴ Θηβαϊδα ποὺ ἔμενε σ᾿ ἕνα σπήλαιο καὶ εἶχε ἕναν ὑποτακτικὸ μαθητευόμενο. Συνήθιζε ὁ Γέροντας κάθε βράδυ νὰ τοῦ δίνει ὠφέλιμες συμβουλὲς καὶ μετὰ ἀπὸ τὴ νουθεσία, ἔκανε προσευχὴ καὶ τὸν ἔστελνε νὰ κοιμηθεῖ. Κάποτε συνέβη μερικοὶ εὐλαβεῖς λαϊκοί, ἐπειδὴ γνώριζαν τὴ μεγάλη ἄσκηση τοῦ Γέροντα, νὰ τοὺς ἐπισκεφθοῦν καὶ νὰ προσφέρουν σ᾿ αὐτοὺς κάποιο φαγητὸ νὰ φᾶνε. Ἀφοῦ ἔφυγαν αὐτοί, κάθισε πάλι ὁ Γέροντας τὸ βραδάκι, ὅπως τὸ συνήθιζε, καὶ νουθετοῦσε τὸν ἀδελφό. Τὴν ὥρα ὅμως ποὺ τοῦ μιλοῦσε, τὸν πῆρε ὁ ὕπνος. Καὶ ὁ ἀδελφὸς ἔμεινε κοντά του, ἕως ὅτου ξυπνήσει καὶ τοῦ κάνει τὴν εὐχή. Καθὼς λοιπὸν καθόταν πολλὴ ὥρα καὶ ὁ Γέροντας δὲν ξυπνοῦσε, ἐνοχλήθηκε ἀπὸ τοὺς λογισμούς του νὰ πάει νὰ κοιμηθεῖ χωρὶς νὰ τοῦ κάνει τὴν ἀπόλυση. Ἀλλὰ βίασε τὸν ἑαυτό του καὶ ἀντιστάθηκε στὸν λογισμὸ καὶ παρέμεινε. Πάλι ὅμως ἐνοχλήθηκε καὶ δὲν ἔφυγε. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ἐνοχλήθηκε ἑπτὰ φορὲς καὶ ἀντιστάθηκε στὸν λογισμό. Ἀργότερα, ἀφοῦ εἶχε προχωρήσει ἡ νύκτα, ξύπνησε ὁ Γέροντας καὶ τὸν βρῆκε νὰ κάθεται δίπλα του καὶ τοῦ λέει:
«Δεν ἔφυγες μέχρι αὐτὴ τὴν ὥρα;»
Κι ἐκεῖνος εἶπε:
«Ὄχι, ἀββᾶ, γιατί δὲν μοῦ ᾿κανες ἀπόλυση».
«Καὶ γιατί -τὸν ρωτάει ὁ Γέροντας- δὲν μὲ ξύπνησες;»
«Δὲν τόλμησα -ἀπαντᾷ ὁ μαθητής- νὰ σὲ σκουντήσω γιὰ νὰ μὴ σοῦ διακόψω τὸν ὕπνο».
Σηκώθηκαν εὐθύς, ἄρχισαν τὸν ὄρθρο καὶ ὅταν τελείωσε ἡ ἀκολουθία, ἀπέλυσε τὸν ἀδελφὸ ὁ Γέροντας. Καὶ τὴν ὥρα ποὺ καθόταν μόνος, ἦρθε σὲ ἔκσταση καὶ βλέπει κάποιον νὰ τοῦ δείχνει ἕναν τόπο λαμπρὸ στὸν ὁποῖο ὑπῆρχε ἕνας θρόνος καὶ ἐπάνω στὸν θρόνο ἦταν τοποθετημένα ἑπτὰ στεφάνια.
Καὶ ρώτησε αὐτὸν ποὺ τοῦ τὰ ἔδειχνε:
«Τίνος εἶναι αὐτά;»
Κι ἐκεῖνος εἶπε:
«Τοῦ μαθητῆ σου. Τὸν τόπο καὶ τὸν θρόνο τοῦ τὰ χάρισε ὁ Θεὸς γιὰ τὴν ὑπακοή του. Καὶ τὰ ἑπτὰ στεφάνια τὰ κέρδισε αὐτὴ τὴ νύκτα».
Ἀπόρησε ὁ Γέροντας γι᾿ αὐτὸ ποὺ ἄκουσε καὶ γεμάτος ἀπὸ δέος καλεῖ τὸν ἀδελφὸ καὶ τοῦ λέει:
«Πές μου, τί ἔκανες τὴ νύκτα αὐτή;»
«Συγχώρα με, ἀββᾶ -ἀπάντησε ἐκεῖνος- δὲν ἔκανα τίποτε».
Ὁ Γέροντας νομίζοντας ὅτι ἀπὸ ταπεινοφροσύνη δὲν ὁμολογεῖ, τοῦ εἶπε:
«Δεν θὰ σ᾿ ἀφήσω νὰ φύγεις, ἐὰν δὲν μοῦ πεῖς τί ἔκανες ἢ τί σκέφτηκες τὴ νύκτα αὐτή».
Ἀλλὰ ὁ ἀδελφὸς ἐπειδὴ γνώριζε καλὰ ὅτι τίποτε δὲν ἔχει κάνει, δὲν εἶχε τί νὰ πεῖ. Καὶ λέει στὸν πατέρα:
«Ἀββᾶ, δὲν ἔκανα τίποτε, παρὰ μόνο ὅτι ἐνοχλήθηκα ἀπὸ λογισμοὺς ἑπτὰ φορὲς νὰ φύγω χωρὶς νὰ μοῦ κάνεις τὴν ἀπόλυση, ἀλλὰ δὲν ἔφυγα».
Ὅταν τ᾿ ἄκουσε αὐτὸ ὁ Γέροντας, κατάλαβε ὅτι κάθε φορὰ ποὺ πάλευε καὶ νικοῦσε τὸν λογισμό του, κέρδιζε ἕνα στεφάνι ἀπὸ τὸν Θεό. Στὸν ἀδελφὸ βέβαια δὲν εἶπε τίποτε, ἀλλὰ τὰ διηγήθηκε αὐτὰ σὲ ἀνθρώπους πνευματικοὺς χάριν ὠφελείας, γιὰ νὰ γνωρίζουμε ὅτι καὶ γιὰ λογισμοὺς ποὺ δὲν ἔχουν ἰδιαίτερη σπουδαιότητα ὁ Θεὸς μᾶς στεφανώνει.
Καλὸ λοιπὸν εἶναι νὰ βιάζουμε πάντοτε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό.
Γιατὶ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν βιάζεται καὶ τὴν ἁρπάζουν αὐτοὶ ποὺ ἀγωνίζονται.

ΤΟ ΓΝΩΜΙΚΟΝ...ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

ΤΟ ΓΝΩΜΙΚΟΝ...ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ







«Σε ένα λεπτό μέσα μπορεί ο άνθρωπος να γίνη 'Αγγελος ή ταγκαλάκι. 
Πως; Με την ταπείνωση ή την υπερηφάνεια.... 
Ο ευκολότερος τρόπος να σωθούμε, είναι η αγάπη και η ταπείνωση. Γι' αυτό από την αγάπη και την ταπείνωση να αρχίσουμε και μετά να προχωρήσουμε στα άλλα».

Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2019

Ο Άγιος Τρύφων ο Θαυματουργός

Ο Άγιος Τρύφων ο Θαυματουργός  1η Φεβρουαρίου



 Ἀπολυτίκιον τοῦ Μάρτυρος  Ἦχος δ' 
 Ὁ Μάρτυς σου Κύριε ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν, ἔθραυσε καὶ δαιμόνων, τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν. 


Κοντάκιον
χος πλ. δ'
Τριαδικῇ στερρότητι, πολυθεΐαν ἔλυσας ἐκ τῶν περάτων Ἀοίδιμε, τίμιος ἐν Κυρίῳ γενόμενος, καὶ νικήσας τυράννους ἐν Χριστῷ, τῷ Σωτῆρι τὸ στέφος εἴληφας τῆς μαρτυρίας σου, καὶ χαρίσματα θείων ἰάσεων, ὡς ἀήττητος.
Οκος
Ἱερὰν πανδαισίαν προτίθεται φιλεόρτων τὸ σύστημα σήμερον, Προεόρτια σύμβολα φέρουσαν, τοῦ Κυρίου τεσσαρακονθήμερον τὴν ἐκ Παρθένου φρικτὴν γέννησιν, καὶ Πρεσβύτου σεπτοῦ ἐναγκάλισιν, καὶ σεπτοῦ Ἀθλοφόρου μνημόσυνα· δι' αὐτὸν γὰρ τὸν Χριστόν, τελειοῦται νικητικῶς, ὡς ἀήττητος.

Σ Υ Ν Α Ξ Α Ρ Ι Ο Ν
Τῇ Α' τοῦ αὐτοῦ μηνός, Μνήμη τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος.
Στχοι
Σὺ δὲ Τρύφων τὶ; τὸ ξίφος θνῄσκω φθάσας.
Καιρὸς δὲ τίς σου τοῦ τέλους; Νουμηνία.
Ἐν Φεβρουαρίοιο Τρύφων πρὸ τομῆς θάνε πρώτῃ.


 ΒΙΟΣ ΑΓΙΟΥ:
Ο Άγιος είχε πατρίδα την Λάμψακο της Φρυγίας, πόλη της Μικράς Ασίας στα παράλια του Ελλησπόντου. Κάποτε καταγγέλλουν τον Τρύφωνα στον έπαρχο της Ανατολής Ακυλίνο, ότι εκδηλώνει μεγάλη αλαζονεία κατά των αυτοκρατόρων και εμπαίζει μέν τους μεγάλους θεούς, ισχυρίζεται δε ότι μόνο κάποιος Χριστός είναι Θεός, και έτσι εξαπατά πολλούς.
Παρακάτω η στιχομυθία μεταξύ Τρύφωνος και επάρχου:
-Το όνομά μου το γήινο είναι Τρύφων, πατρίδα μου η κώμη Λάμψακος, αλλά εμείς δεν πιστεύουμε ούτε αναφερόμαστε στην τύχη, πιστεύουμε όμως ότι κατά την πρόνοια του Θεού και την τάξη γίνονται τα πάντα και από την σοφία του κυβερνώνται τα σύμπαντα. Είμαι ελεύθερος στην ζωή μου και μόνο σε έναν υποτάσσομαι, στον Χριστό· ο Χριστός είναι η πίστη μου, ο Χριστός είναι η δόξα μου και ο Χριστός γίνεται ήδη ο στέφανος της καυχήσεώς μου.
 -Υποθέτω ότι δεν θα γνώριζες μέχρι και σήμερα την διαταγή του αυτοκράτορα, πού επιτάσσει να παραδίνεται σε βίαιο θάνατο καθένας πού επιδεικνύει απείθεια στην τιμή και λατρεία των θεών. Αλλά θέλω να πεισθείς στα λόγια μου και να φύγεις από την απάτη, για να μην υποστείς την φωτιά και άλλα βασανιστήρια.

ακάρι να αναλωθώ και από την φωτιά και από κάθε άλλο βασανιστήριο για το όνομα του Χριστού και Θεού μου.

ε προτρέπω, Τρύφων, να θυσιάσεις στους θεούς· βλέπω ότι έχεις υψηλό φρόνημα και δεν θέλω να πεθάνεις με άσχημο τρόπο.

ότε θα είναι τέλειο το φρόνημά μου, εάν φέρω ενώπιον του Θεού τέλεια και ακέραιη την ομολογία και φυλάξω την καλή παρακαταθήκη της πίστεως, χωρίς να την αρνηθώ, προσφέροντας ολόκληρο τον εαυτό μου σαν καθαρή θυσία στον Χριστό…
Όταν άκουσε αυτά ο Ακυλίνος, εξοργίσθηκε και διέταξε να κρεμάσουν τον Τρύφωνα και να τον τρυπούν με σπαθιά. Τότε ο μακάριος κρεμιέται στο ξύλο και αφού του έδεσαν τα χέρια από τους αγκώνες, του έκοπταν με ορμή τις σάρκες. Και ενώ τον σπάθιζαν τρεις ολόκληρες ώρες και εκείνος υπέμενε τις πληγές με ηρεμία, ο έπαρχος τον παρακινούσε:
-Αλλαξε γνώμη Τρύφων, γι᾽αυτή την άκαιρη ανοησία σου και ομολόγησε ότι θα θυσιάσεις στους θεούς.
Ο γενναίος όμως αθλητής του Χριστού υπομένει όλα τα βασανιστήρια (πολυήμερη φυλακή, πεζοπορία με καρφιά στα πόδια, ραβδισμοί και κάψιμο των πλευρών με λαμπάδες, σπαθισμοί κ.ά.) και μένει αταλάντευτος στην πίστη του Χριστού.
Βλέποντας ο Ακυλίνος την ανυποχώρητη εναντίωσι του Τρύφωνος αποφασίζει τελικώς να αποκεφαλισθεί. Αμέσως οι στρατιώτες τον οδήγησαν στον τόπο του μαρτυρίου. Ο δε Άγιος στράφηκε προς την ανατολή και σηκώνοντας τα μάτια, τα χέρια και την φωνή στον ουρανό προσευχήθηκε λέγοντας:
-Δέσποτα Κύριε, Θεέ των θεών, Βασιλέα των βασιλέων, Άγιε των αγίων, Σε ευχαριστώ γιατί με αξίωσες να αγωνισθώ τούτον τον αγώνα άμεμπτα και μέχρι τέλους. Και τώρα, Σε παρακαλώ, ας μή με ακουμπήσει το δόλιο χέρι του πονηρού και απωλέσει στον άδη, αλλά παράλαβε με τους αγίους Αγγέλους της μεγαλόπρεπης δόξας σου την ψυχή μου ευρηνικά, και εισάγαγέ την στα σκηνώματά σου. Σε όσους θυμούνται δε τον δούλο Σου και επιθυμούν να προσφέρουν θυσίες προς τιμή μου, άκουσέ τους από την αγία κατοικία Σου, και στείλε τους ως ανταπόδοση πλούσιες και άφθαρτες ευεργεσίες, γιατί Εσύ είσαι ο μόνος αγαθός και ο χορηγός των αγαθών στους αιώνες. Αμήν.
 Οι δε Χριστιανοί συγκεντρώθηκαν και με καθαρά σεντόνια και αρώματα περιποιήθηκαν το τίμιο εκείνο λείψανο και το ενεταφίασαν στην Λάμψακο, υπακούοντας στο θέλημα του Αγίου πού εμφανίστηκε σε όνειρό τους.

Ο Άγιος Τρύφων σήμερα θεω­ρείται ο προστάτης άγιος των αμπελουργών και των γεωργών. Άλλωστε η εορτή του Αγίου τον Φεβρουάριο συμπίπτει με την περίοδο κατά την οποία αρχίζει η σημαντικότερη αμπελουργική φροντίδα που είναι το κλάδεμα. Γι' αυτό τον λόγο οι αμπε­λουργοί δεν εργάζονται την ημέρα της εορτής του και ραντίζουν τα αμπέλια τους με τον αγιασμό που τελείται στους ναούς.

Η κάρα του Αγίου φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Ξενοφώντος Αγίου Όρους. 
Η δεξιά (πλην της παλάμης) βρίσκεται στην Ιερά Μονή Κωνσταμονίτου Αγίου Όρους.  
Η δεξιά παλάμη του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Προυσού Ευρυτανίας.
Η πτέρνα του Αγίου φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Διονυσίου Αγίου Όρους.
Μέρος του αριστερού ποδός του Αγίου βρίσκεται στην Ιερά Μονή Παντελεήμονος Αγίου Όρους.
Μέρος χειρός του Αγίου βρίσκεται στην Ιερά Μητρόπολη Θηβών και Λειβαδίας ενώ διάφορα αποτμήματα του ιερού λειψάνου του Αγίου φυλάσσονται σε πολλές μονές ανά την Ελλάδα.
 
  Τας του Σου γου πρεσβεαις, Θες λησον μς. μν.



ΤΟ ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ...(αποσπάσματα)

ΤΟ ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ...(αποσπάσματα)

Διάφορες διηγήσεις ποὺ μᾶς ἐνθαρρύνουν γιὰ ὑπομονὴ καὶ ἀνδρεία



Πῆγαν κάποιοι στὸν ἀββᾶ Ἀντώνιο καὶ τοῦ εἶπαν:
«Πές μας κάποιο λόγο πῶς νὰ σωθοῦμε».
Καὶ ὁ Γέροντας τοὺς λέει: «Ἀκούσατε τί λέει ἡ Γραφή; Σᾶς ἀρκεῖ αὐτή».
Ἀλλὰ αὐτοὶ εἶπαν: «Θέλουμε καὶ ἀπὸ σένα, πάτερ, νὰ ἀκούσουμε».
Καὶ ὁ Γέροντας τοὺς εἶπε: «Τὸ Εὐαγγέλιο λέει: Ἂν κάποιος σὲ χτυπήσει στὸ δεξὶ μάγουλο, γύρισέ του καὶ τὸ ἄλλο».
«Δεν μποροῦμε -τοῦ λένε- νὰ τὸ κάνουμε αὐτό».
«Ἐὰν δὲν μπορεῖτε νὰ στρέψετε καὶ τὸ ἄλλο -λέει ὁ Γέροντας-ὑπομείνετε τουλάχιστον τὸ ράπισμα στὸ ἕνα».
«Οὔτε αὐτὸ μποροῦμε», τοῦ ἀπαντοῦν.
Ξαναμιλάει ὁ Γέροντας:
«Ἐὰν οὔτε αὐτὸ μπορεῖτε, μὴν ἀνταποδίδετε τὰ ἴσα».
Λένε πάλι: «Οὔτε αὐτὸ μποροῦμε».
Τότε ὁ Γέροντας γυρνάει καὶ λέει στὸν μαθητή του:
«Κάνε τοὺς λίγο κουρκούτι, γιατὶ εἶναι ἄρρωστοι. Ἐὰν τὸ ἕνα δὲν μπορεῖτε καὶ τὸ ἄλλο δὲν θέλετε, τί νὰ σᾶς κάνω;»

***
  Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ποιμήν:
«Τὰ σημάδια τῆς προκοπῆς τοῦ μοναχοῦ στοὺς πειρασμοὺς φαίνονται».
Ἔλεγαν γιὰ κάποιον Γέροντα ὅτι ἐπὶ τέσσερις μῆνες ἐπισκεπτόταν κάποιον ἀδελφὸ στὴ Σκήτη καὶ οὔτε μία φορὰ δὲν τὸν βρῆκε εὔκαιρο. Κάποια ἄλλη φορὰ ποὺ τὸν ἐπισκέφθηκε πάλι καὶ στάθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα, τὸν ἄκουσε θρηνώντας νὰ λέει:
«Κύριε, μήπως δὲν φτάνει στὰ αὐτιά σου ἡ κραυγή μου; Ἐλέησέ με, γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου εἶναι ποὺ μοχθῶ ἔτσι παρακαλώντας σε».

***

Ὁ ἀββᾶς Βησσαρίων εἶπε: «Σαράντα χρόνια δὲν ἔπεσα στὸ πλευρό μου, ἀλλὰ κοιμόμουν καθιστὸς ἢ ὄρθιος».

 ***

Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας:
«Τίποτε δὲν ὠφελεῖ τόσο τὸν ἀρχάριο ὅσο οἱ προσβολὲς καὶ οἱ περιφρονήσεις. Ὅπως δηλαδὴ προκόβει τὸ δένδρο ποὺ ποτίζεται καθημερινά, τὸ ἴδιο καὶ ὁ ἀρχάριος ποὺ περιφρονεῖται καὶ ὑπομένει».

***
Εἶπε πάλι ὅτι κάποιος Γέροντας ἔμεινε σὲ κάποιο ἱερὸ εἰδωλολατρικό. Πῆγαν λοιπὸν οἱ δαίμονες καὶ τοῦ λένε: «Φύγε ἀπὸ τὸν τόπο μας».
Καὶ ὁ Γέροντας τοὺς εἶπε: «Ἐσεῖς δὲν ἔχετε τόπο».
Ἄρχισαν τότε νὰ τοῦ σκορπίζουν ἐντελῶς τὰ βάϊά του κι ὁ Γέροντας ἐπέμενε νὰ τὰ μαζεύει.
Κατόπιν τὸν ἔπιασε ὁ δαίμονας ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸν ἔσυρε ἔξω.
Μόλις ἔφτασε στὴν πόρτα ὁ Γέροντας, μὲ τὸ ἄλλο του τὸ χέρι ἔπιασε τὴν πόρτα κράζοντας:
«Ἰησοῦ, βοήθησέ με» καὶ εὐθὺς ὁ δαίμονας ἐξαφανίστηκε καὶ ὁ Γέροντας ἀναλύθηκε στὰ δάκρυα.
Τὸν ρώτησε τότε ὁ Κύριος: «Γιατί κλαῖς;»
«Γιατὶ τολμοῦν -εἶπε ὁ Γέροντας- νὰ πιάσουν τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν μεταχειρίζονται ἔτσι».
«Ἐσὺ ἀμέλησες -τοῦ παρατήρησε ὁ Κύριος- γιατὶ μόλις μὲ ζήτησες, νὰ πῶς σοῦ βρέθηκα».
Καὶ αὐτὰ ποὺ λέω σημαίνουν ὅτι χρειάζεται πολὺς κόπος. Ἐὰν δὲν κοπιάσει κανείς, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει τὸν Θεὸ μαζί του. Γιατὶ Αὐτὸς γιὰ χάρη μας σταυρώθηκε.

ΤΟ ΓΝΩΜΙΚΟΝ...ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

ΤΟ ΓΝΩΜΙΚΟΝ...ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ








 «Τώρα πλήθυναν τα λόγια και τα βιβλία και λιγόστεψαν τα βιώματα».

Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2019

† ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ



† ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ


  Ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ Λειψάνου τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου


Ηχος β´ – ῾Εωθινόν Β’

Ἀπολυτίκιον Ἦχος β´

τε κατῆλθες πρὸς τὸν θάνατον, ἡ ζωὴ ἡ ἀθάνατος, τότε τὸν ᾍδην ἐνέκρωσας, τῇ ἀστραπῇ τῆς Θεότητος· ὅτε δὲ καὶ τοὺς τεθνεῶτας ἐκ τῶν καταχθονίων ἀνέστησας, πᾶσαι αἱ Δυνάμεις τῶν ἐπουρανίων ἐκραύγαζον· Ζωοδότα Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξα σοι.

Δόξα...Ἀπολυτίκιον Ἀπολυτίκιον Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.Ἦχος πλ.δ΄
τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσὸς ἐκλάμψασα χάρις, τὴν οἰκουμένην ἐφώτισεν· ἀφιλαργυρίας τῷ κόσμῳ θησαυροὺς ἐναπέθετο, τὸ ὕψος ἡμῖν τῆς ταπεινοφροσύνης ὑπέδειξεν. Ἀλλὰ σοῖς λόγοις παιδεύων, Πάτερ, Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τῷ Λόγῳ Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. 
Καὶ νῦν...   
δι' ἡμᾶς γεννηθεὶς ἐκ Παρθένου, καὶ σταύρωσιν ὑπομείνας ἀγαθέ, ὁ θανάτῳ τὸν θάνατον σκυλεύσας, καὶ Ἔγερσιν δείξας ὡς Θεός, μὴ παρίδῃς οὓς ἔπλασας τῇ χειρί σου· δεῖξον τὴν φιλανθρωπίαν σου ἐλεῆμον, δέξαι τὴν τεκοῦσάν σε Θεοτόκον πρεσβεύουσαν ὑπὲρ ἡμῶν καὶ σῶσον Σωτὴρ ἡμῶν, λαὸν ἀπεγνωσμένον.
‘Κοντάκιον Ἀναστάσιμον. Ἦχος Β΄. Τὰ ἄνω ζητῶν
νέστης Σωτήρ, ἐκ τάφου Παντοδύναμε καὶ ᾍδης ἰδών, τὸ θαῦμα ἐξεπλήττετο, καὶ νεκροὶ ἀνίσταντο, καὶ ἡ κτίσις ἰδοῦσα συγχαίρει σοι, καὶ ὁ Ἀδάμ συναγάλλεται, καὶ κόσμος Σωτήρ μου ἀνυμνεῖ σε ἀεί.
Ὁ Οἶκος.  
Σὺ εἶ τὸ φῶς τῶν ἐσκοτισμένων, σὺ εἶ ἡ ἀνάστασις πάντων καὶ ἡ ζωὴ τῶν βροτῶν καὶ πάντας συνανέστησας, τοῦ θανάτου τὸ κράτος Σωτὴρ σκυλεύσας, καὶ τοῦ ᾍδου τὰς πύλας συντρίψας Λόγε, καὶ οἱ θνητοὶ κατιδόντες τὸ θαῦμα ἐθαύμαζον, καὶ πᾶσα κτίσις συγχαίρει ἐν τῇ σῇ Ἀναστάσει, Φιλάνθρωπε. Διὸ καὶ πάντες δοξάζομεν, καὶ ὑμνοῦμεν τὴν σὴν συγκατάβασιν, καὶ κόσμος Σωτήρ μου ἀνυμνεῖ σε ἀεί. 
Κάθισμα Ἁγίου. Ἦχος πλ. δ΄.Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τὴν σοφίαν ἐξ ὕψους καταμαθών, καὶ τὴν χάριν τῶν λόγων παρὰ Θεοῦ, τοῖς πᾶσιν ἐξέλαμψας, ὡς χρυσὸς ἐν καμίνῳ, καὶ τὴν Ἁγίαν Τριάδα, Μονάδα ἐκήρυξας, τήν φιλάργυρον πλάνην, τοξεύσας τοῖς λόγοις σου∙ ὅθεν καὶ πρὸς ζῆλον, βασιλίδα ἐλέγξας, ἀδίκως τῆς ποίμνης σου, ἀπελάθης Μακάριε, Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε Χριστῷ τῶ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθω, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.   


                                            Δόξα Πατρί… τὸ αὐτό. Καὶ νῦν… Θεοτοκίον

Τῆς Τριάδος τὸν ἕνα ὑπερφυῶς, συλλαβοῦσα Παρθένε καὶ θαυμαστῶς, τοῦτον ἀπεκύησας, ὑπὲρ λόγον καὶ ἔννοιαν, καὶ κοινωνὸν τῆς θείας, κατέστησας φύσεως, τήν τῶν ἀνθρώπων φύσιν, τὴν πάλαι ἐξόριστον∙ ὅθεν συνελθόντες, οἱ τῷ τόκῳ σου πάντες, σωθέντες, Πανάμωμε, τοῖς σοῖς λόγοις ἑπόμενοι, χρεωστικῶς σε μακαρίζομεν, αἰτούμενοι Χριστὸν τὸν Θεόν, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς σὲ δοξάζουσι πίστει, ὡς Μητέρα αὐτοῦ.

Κοντάκιον τοῦ Ἁγίου Ἦχος α’  Χορὸς Ἀγγελικὸς
Εὐφράνθη μυστικῶς, ἡ σεπτὴ Ἐκκλησία, τῇ ἀνακομιδῇ, τοῦ σεπτοῦ σου λειψάνου, καὶ τοῦτο κατακρύψασα, ὡς χρυσίον πολύτιμον, τοῖς ὑμνοῦσί σε, ἀδιαλείπτως παρέχει, ταῖς πρεσβείαις σου, τῶν ἰαμάτων τὴν χάριν, Ἰωάννη Χρυσόστομε.
Οἶκος
 λαμπάς, ἡ τῶν ἔργων μου στυγνὴ πέφυκεν, Ἰωάννη Χρυσόστομε, καὶ δειλιῶ πρὸς ὑπάντησιν τοῦ ἱεροῦ σου σκήνους, ἀλλ’ αὐτός με ὁδήγησον, καὶ τὰς τρίβους μου εὔθυνον, μετανοίας παρέχων μοι καιρὸν πανάγιε, ὡς αὐτῆς κῆρυξ ἔνθεος, καὶ τῶν παθῶν μου τῶν πολυτρόπων κατεύνασον ζάλην, καὶ παγίδων τοῦ Βελίαρ ἀφαρπάσας με, εἰς τέλος σῶσόν με, ὅπως ὑμνῶ σου ἀξίως τὴν θείαν ἐπάνοδον, ὡς πρὶν καὶ τὴν κοίμησιν τολμήσας ἐδόξασα, Ἰωάννη Χρυσόστομε. 
Σ υ ν α ξ ά ρ ι ο ν
Τῇ ΚΖ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, Ἡ Ἀνακομιδὴ τοῦ Λειψάνου τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Χρυσοστόμου.
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Ἡ Ἁγία Μαρκιανὴ Βασίλισσα, ἡ ἐν τοῖς Ἁγίοις Ἀποστόλοις, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.  
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ὅσιος Κλαυδῖνος ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ Αἰγύπτιος εἰς βαθὺ γῆρας ἐλθών, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.  
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Δημήτριος, ὁ ἐν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσας κατὰ τὸ ἔτος 1784 ξίφει τελειοῦται.
Ταῖς τῶν Ἁγίων σου πρεσβείαις, Χριστέ  ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.


Ἀπόστολος

Τοῦ Ἱεράρχου΄ (῾Εβρ. ζ´ 26-28, η´ 1-2).

Προκείμενον ἦχος α’

Τὸ στόμα μου λαλήσει σοφίαν καὶ καὶ ἡ μελέτη τῆς καρδίας μου σύνεσιν.

Στίχ. κούσατε ταῦτα πάντα τὰ ἔθνη. 

Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα.

δελφοί, τοιοῦτος ἡμῖν καὶ ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν, καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος· ὃς οὐκ ἔχει καθ᾽ ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ οἱ ἀρχιερεῖς, πρότερον ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ· τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας. Ὁ νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας ἀσθένειαν, ὁ λόγος δὲ τῆς ὁρκωμοσίας τῆς μετὰ τὸν νόμον υἱὸν εἰς τὸν αἰῶνα τετελειωμένον. Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, τῶν Ἁγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, «ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος», καὶ οὐκ ἄνθρωπος.

 λληλούϊα (γ’)   ἦχος β΄

Προσέχετε λαός μου τῷ νόμῳ μου.

Στίχ. νοίξω ἐν παραβολαῖς τὸ στόμα μου

Εὐαγγέλιον

Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν. (Λουκ. ιθ´ 1-10).

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, διήρχετο ὁ Ἰησοῦς τὴν Ἱεριχώ. Καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης καὶ οὗτος ἦν  πλούσιος΄ καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν ᾽Ιησοῦν τίς ἐστι΄ καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. Καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν, ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν ἵνα ἴδῃ αὐτόν΄ ὅτι δι΄ ἐκείνης ἤμελλεν διέρχεσθαι. Καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ ᾽Ιησοῦς εἶδε αὐτόν, καὶ εἶπεν πρὸς αὐτόν΄ Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι΄ σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. Καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. Καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες΄ ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθεν καταλῦσαι. Σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος, εἶπεν πρὸς τὸν Ἰησοῦν΄ ᾽Ιδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς΄ καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ᾽Ιησοῦς΄ ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς ᾽Αβραάμ ἐστιν· ἦλθεν γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.

Δόξα σοι Κύριε, δόξα σοι.

 

ΠΑΤΗΣΕ ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΣΥΝΔΕΣΜΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ:


 




Μικρές προσευχές στο 24ωρο τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου

ΩΡΑ

ΠΡΟΣΕΥΧΗ

1η 
Κύριε, μη στερήσης με των επουρανίων σου και αιωνίων αγαθών.
2η 
Κύριε, λύτρωσαί με των αιωνίων κολάσεων.
3η
Κύριε, είτε λόγω είτε έργω είτε κατά νουν και διάνοιαν ήμαρτον, συγχώρησόν μοι.
4η
Κύριε, λύτρωσαί με από πάσης ανάγκης και αγνοίας και λήθης και ραθυμίας και της λιθώδους αναισθησίας.
5η
Κύριε, λύτρωσαί με από παντός πειρασμού και εγκαταλείψεως.
6η
Κύριε, φώτισον την καρδίαν μου, ην εσκότισεν η πονηρά επιθυμία.
7η
Κύριε, εγώ μεν ως άνθρωπος αμαρτάνω, συ δε ως Θεός ελέησόν με.
8η
Κύριε, ίδε την ασθένεια της ψυχής μου και πέμψον την χάριν σου εις βοήθειάν μου, ίνα εν εμοί δοξασθή το όνομά σου το άγιον.
9η
Κύριε Ιησού Χριστέ, έγγραψον το όνομα του δούλου σου εν βίβλω ζωής, χαριζόμενός μοι και τέλος αγαθόν.
10η
Κύριε ο Θεός μου, ουκ εποίησα ουδέν αγαθόν, αλλ’ αρξαίμην ποτέ τη ευσπλαγχία σου.
11η
Κύριε, βρέξον εις την καρδίαν μου την δρόσον της χάριτός σου.
12η
Κύριε ο Θεός του ουρανού και της γης, μνήσθητί μου του αμαρτωλού, του αισχρού, του πονηρού και βεβήλου κατά το μέγα έλεός σου, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου.
13η
Κύριε, εν μετανοία με παράλαβε και μη εγκαταλίπης με.
14η
Κύριε, μη εισενέγκης με εις πειρασμόν.
15η
Κύριε, δος μοι έννοιαν αγαθήν.
16η
Κυριε, δος μοι δάκρυον και μνήμην θανάτου και κατάνυξιν.
17η
Κύριε, δος μοι των λογισμών μου εξαγόρευσιν.
18η
Κύριε, δος μοι ταπείνωσιν, εκκοπήν θελήματος και υπακοήν.
19η
Κύριε, δος μοι υπομονήν, μακροθυμίαν και πραότητα.
20η
Κύριε, εμφύτευσον εν εμοί την ρίζαν των αγαθών, τον φόβον σου.
21η
Κύριε, αξίωσόν με αγαπάν σε εξ όλης της ψυχής μου και της διανοίας μου και της καρδίας, και τηρείν εν πάσει το θέλημά σου.
22η
Κύριε, σκέπασόν με από ανθρώπων πονηρών και δαιμόνων και παθών και από παντός μη προσήκοντος πράγματος.
23η
Κύριε, ως κελεύεις, Κύριε, ως γινώσκεις, Κύριε, ως βούλει, γενηθήτω το θέλημά σου εν εμοί.
24η
Κύριε, το σον θέλημα γενέσθω και μη το εμόν, πρεσβείαις και ικεσίαις της Παναγίας Θεοτόκου και πάντων των Αγίων σου, ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας. Αμήν.




Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

Ή Σύναξις τοῦ τιμίου ἐνδόξου προφήτου, Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ ᾿Ιωάννου.

†  Σύναξις τοῦ τιμίου ἐνδόξου προφήτου, Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ ᾿Ιωάννου.

Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἁγίου
Ἦχος β'

Μνήμη δικαίου μετ᾽ ἐγκωμίων, σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε· ἀνεδείχθης γὰρ ὄντως καὶ Προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καὶ ἐν ῥείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τὸν κηρυττόμενον. Ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας, χαίρων εὐηγγελίσω καὶ τοῖς ἐν ᾄδῃ, Θεὸν φανερωθέντα ἐν σαρκί, τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καὶ παρέχοντα ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἀπολυτίκιον τῆς ἑορτῆς
Ἦχος α'

Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γὰρ Γεννήτορος ἡ φωνὴ προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητόν σε Υἱὸν ὀνομάζουσα· καὶ τὸ Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές. Ὁ ἐπιφανεὶς Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τὸν κόσμον φωτίσας δόξα σοι.



Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β'
Τὴν σωματικὴν σου παρουσίαν δεδοικὼς ὁ Ἰορδάνης, τρόμῳ ὑπεστρέφετο, τὴν πνευματικὴν δὲ λειτουργίαν ἐκπληρῶν ὁ Ἰωάννης, φόβῳ ὑπεστέλλετο· τῶν Ἀγγέλων αἱ τάξεις ἐξεπλήττοντο, ὁρῶσαί σε ἐν ῥείθροις σαρκὶ βαπτιζόμενον, καὶ πάντες οἱ ἐν τῷ σκότει κατηυγάζοντο, ἀνυμνοῦντές σε τὸν φανέντα, καὶ φωτίσαντα τὰ πάντα.

Ὁ Οἶκος
Τῷ τυφλωθέντι Ἀδὰμ ἐν Ἐδέμ, ἐφάνη Ἥλιος ἐν Βηθλεέμ, καὶ ἤνοιξεν αὐτοῦ τάς κόρας, ἀποπλύνας αὐτὰς Ἰορδάνου τοῖς ὕδασι τῷ μεμελανωμένῳ καὶ συνεσκοτισμένῳ φῶς ἀνέτειλεν ἄσβεστον· οὐκ ἔτι αὐτῷ νύξ, ἀλλὰ πάντα ἡμέρα· τὸ πρὸς πρωῒ πρωΐ, δι᾽ αὐτὸν ἐγεννήθη· δειλινὸν γὰρ ἐκρύβη ὡς γέγραπται· εὗρεν αὐγήν, ἐγείρουσαν αὐτόν· ὁ πρὸς ἑσπέραν πεσών, ἀπηλλάγη τοῦ γνόφου, καὶ ἔφθασε πρὸς Ὄρθρον τὸν φανέντα, καὶ φωτίσαντα τὰ πάντα.

Σ Υ Ν Α Ξ Α Ρ Ι Ο Ν
Τῇ Ζ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, Ἡ Σύναξις τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Προφήτου, Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου. Συνέδραμε δὲ καὶ ἡ τῆς παντίμου καὶ ἁγίας αὐτοῦ Χειρὸς πρὸς τὴν Βασιλεύουσαν μετένεξις.

Στίχοι
μ σε γλσσα Κρυξ πς ν ανέσ,
ν γλσσα Χριστο γηγενν μείζω λέγει;
Μνήμη
βδομάτη Προδρόμου λάχεν αδοίοιο.

Τα
ς το σο Προδρόμου πρεσβείαις, Χριστ Θες μν, λέησον κα σσον μς. μήν.


Δοξαστικὸν
Ἦχος πλ. β'
Ἄγγελος ἐκ στειρωτικῶν ὠδίνων, προῆλθες Βαπτιστά, ἐξ αὐτῶν τῶν σπαργάνων τὴν ἔρημον οἰκήσας, σφραγίς τε πάντων τῶν Προφητῶν ἐδείχθης· ὂν γὰρ ἐκεῖνοι πολυτρόπως ἐθεάσαντο, καὶ αἰνιγματωδῶς προεκήρυξαν, τοῦτον βαπτίσαι ἐν Ἰορδάνῃ κατηξιώθης· φωνῆς τε ἀκήκοας, Πατρικῆς οὐρανόθεν, μαρτυρούσης αὐτοῦ τὴν Υἱότητα· καὶ τὸ Πνεῦμα εἶδες περιστερᾶς ἐν εἴδει, τὴν φωνὴν ἕλκον ἐπὶ τὸν βαπτιζόμενον. Ἀλλ' ὦ πάντων τῶν Προφητῶν ὑπέρτερε, μὴ διαλίπῃς πρεσβεύειν ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν πιστῶς σου τελούντων τὰ μνημόσυνα.

Καὶ νῦν...
Θεοτοκίον
Ἦχος β'
Σήμερον ὁ Χριστός, ἐν Ἰορδάνῃ ἦλθε βαπτισθῆναι. Σήμερον Ἰωάννης ἅπτεται κορυφῆς τοῦ Δεσπότου. Αἱ Δυνάμεις τῶν οὐρανῶν ἐξέστησαν, τὸ παράδοξον ὁρῶσαι μυστήριον. Ἡ θάλασσα εἶδε καὶ ἔφυγεν, ὁ Ἰορδάνης ἰδὼν ἀνεστρέφετο. Ἡμεῖς δὲ οἱ φωτισθέντες βοῶμεν· Δόξα τῷ φανέντι Θεῷ, καὶ ἐπὶ γῆς ὀφθέντι, καὶ φωτίσαντι τὸν Κόσμον.

Προκείμενον. Ἦχος βαρύς
Εὐφρανθήσεται δίκαιος ἐν Κυρίῳ.
Στίχ. Εἰσάκουσον ὁ Θεὸς τῆς φωνῆς μου

Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα 19:1-8
Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἐγένετο ἐν τῷ τὸν ᾿Απολλὼ εἶναι ἐν Κορίνθῳ Παῦλον διελθόντα τὰ ἀνωτερικὰ μέρη ἐλθεῖν εἰς ῎Εφεσον· καὶ εὑρὼν μαθητάς τινας εἶπε πρὸς αὐτούς· εἰ Πνεῦμα ῞Αγιον ἐλάβετε πιστεύσαντες; οἱ δὲ εἶπον πρὸς αὐτόν· ἀλλ᾿ οὐδὲ εἰ Πνεῦμα ῞Αγιόν ἐστιν ἠκούσαμεν. Εἶπέ τε πρὸς αὐτούς· εἰς τί οὖν ἐβαπτίσθητε; οἱ δὲ εἶπον· εἰς τὸ ᾿Ιωάννου βάπτισμα. Εἶπε δὲ Παῦλος· ᾿Ιωάννης μὲν ἐβάπτισε βάπτισμα μετανοίας, τῷ λαῷ λέγων εἰς τὸν ἐρχόμενον μετ᾿ αὐτὸν ἵνα πιστεύσωσι, τοῦτ᾿ ἔστιν εἰς τὸν ᾿Ιησοῦν Χριστόν. Ἀκούσαντες δὲ ἐβαπτίσθησαν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ. Καὶ ἐπιθέντος αὐτοῖς τοῦ Παύλου τὰς χεῖρας ἦλθε τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἐπ᾿ αὐτούς, ἐλάλουν τε γλώσσαις καὶ προεφήτευον. Ἦσαν δὲ οἱ πάντες ἄνδρες ὡσεὶ δεκαδύο. Εἰσελθὼν δὲ εἰς τὴν συναγωγὴν ἐπαρρησιάζετο ἐπὶ μῆνας τρεῖς διαλεγόμενος, καὶ πείθων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Ἀλληλούϊα. Ἦχος δ΄
Δίκαιος ὡς φοίνιξ ἀνθήσει.
Στίχ. Πεφυτευμένος ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου.

Ἀλληλούϊα τῆς ἡμέρας,
 Ἦχος β΄
Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν.
Στίχ. Αἰνεῖτε αὐτόν, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ.

                                                   Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην, α΄ 29 - 34
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, βλέπει ὁ Ἰωάννης τὸν ᾽Ιησοῦν ἐρχόμενον πρὸς αὐτόν, καὶ λέγει· ῎Ιδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. Οὗτός ἐστιν ὑπὲρ οὗ ἐγὼ εἶπον. ᾽Οπίσω μου ἔρχεται ἀνὴρ ὃς ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν. Κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν, ἀλλ᾽ ἵνα φανερωθῇ τῷ ᾽Ισραὴλ, διὰ τοῦτο ἦλθον ἐγὼ ἐν ὕδατι βαπτίζων. Καὶ ἐμαρτύρησεν ᾽Ιωάννης λέγων ὅτι Τεθέαμαι τὸ πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ᾽ αὐτόν· κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν, ἀλλ᾽ ὁ πέμψας με βαπτίζειν ἐν ὕδατι ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ᾽Εφ᾽ ὃν ἂν ἴδῃς τὸ πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ᾽ αὐτόν, οὗτός ἐστιν ὁ βαπτίζων ἐν πνεύματι ἁγίῳ. Κἀγὼ ἑώρακα, καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ.

 
Δοξαστικό Αγίου Ιωάννου Προδρόμου 7-1-1957- Κ. Πρίγγος

 
Εορτή Αγίου Ιωάννου Προδρόμου 2015 -Πατριαρχείο Ιεροσολύμων